Το πρωί της Μεγάλης Παρασκευής, Γυναίκες και κορίτσια μαζεύονται από νωρίς στην εκκλησία για να στολίσουν με λογής λογής λουλούδια τον Επιτάφιο. Προσκυνητές περνούν καθ' όλη τη διάρκεια της ημέρας να προσκυνήσουν... ενώ στη συνέχεια ψέλνουν το μοιρολόι της Παναγίας.
Κάτω στα Ιεροσόλυμα μες του
Χριστού τον Τάφο, εκεί δέντρο δεν ήτανε και δέντρο εφανερώθει, στην ρίζα κάθετ’
ο Χριστός, και στην κορφή Αγγέλοι, και
στα κλωνάρια του καθόταν οι Αποστόλοι.
Σήμερα μαύρος ουρανός, σήμερα μαύρη μέρα.
Σήμερα όλοι θλίβονται και τα βουνά λυπόνται. Σήμερον έβαλον βολή οι άνομοι οι
Εβραίοι, οι άνομοι και τα σκυλιά και οι τρις καταραμένοι, για να σταυρώσουν τον
Χριστό των πάντων Βασιλέα.
Ο Κύριος ηθέλησε να μπει στο περιβόλι, να
λάβει δείπνο μυστικό για να τον λάβουν όλοι.
Η Παναγιά η Δέσποινα καθόταν μοναχή της,
τας προσευχάς της έκανε για τον μονογενή της . Φωνή της ήρθε εξ ουρανού κι απ΄
Αρχαγγέλου στόμα. Σώνουν κυρά μου οι προσευχές σώνουν και οι μετάνοιες. Και τον Υιό σου πιάσανε οι άνομοι Εβραίοι οι
άνομοι και τα σκυλιά και οι τρις
καταραμένοι. Σαν κλέφτη τον επιάσανε και σαν φονιά τον πάνε μες του Πιλάτου τας
συλάς εκεί τον τυραννάνε.
-Χαλκιά χαλκιά φτιάξε καρφιά φτιάξε τρία
πυρόνια και κείνος ο παράνομος βάζει και φτιάχνει πέντε.
-Συ Φαραέ που τα φτιαξες πρέπει να μας
διδάξεις βάλτε τα δυο στα χέρια του και τ άλλα δυο στα πόδια, το πέμπτο το
φαρμακερό βάλτε το στην καρδιά του, να τρέξει αίμα και νερό να λιγωθεί η ψυχή
του.
Η Παναγιά σαν τ΄ άκουσε έπεσε και λιγώθει. Σταμνί νερό της έριξαν , τρία κανάτια μόσχο
και τρία μυροδόσταμνα για να της έρθει ο νους της. Και σαν της ήρθε ο λογισμός και σαν της ήρθε ο νους της, ζητά μαχαίρι να
σφαγεί φωτιά να πάει να πέσει. Σε τι γκρεμό να γκρεμιστεί για το μονογενή της.
-Λάβε
κυρά μου υπομονή, λάβε κυρά μου ενέση.
-Το πως να κάνω υπομονή, το πως να κάνω
ενέση που ένα γιο μονογενή κι αυτόν εσταυρωμένο;
Η Μάρθα η Μαγδαληνή, και του Ιακώβ η μάνα και του Λαζάρου η αδελφή κι οι τέσσερεις
αντάμα πήραν το στρατί –στρατί, στρατί το μονοπάτι το μονοπάτι τις έβγαλε μες
των ληστών την πόρτα.
«Άνοιξε πόρτα των ληστών και πόρτα του Πιλάτου».
και η πόρτα από τον φόβο της
ανοίγει μοναχή της.
Κοιτάει δεξιά κοιτάει ζερβά κανέναν δεν
γνωρίζει κοιτά και δεξιότερα βλέπει τον Άη Γιάννη.
-Εσύ Αη Γιάννη Πρόδρομε που βάφτεις
τον Υιό μου, μην είδες το μονογενή και τον διδάσκαλό σου.
-Δεν έχω στόμα να σου πω, γλώσσα να σου
μιλήσω, δεν έχω χέρι πάλαμο δια να σου
τον δείξω.
Βλέπεις εκείνο τον γυμνό τον παραπονεμένο,
όπου φορεί πουκάμισο στο αίμα βουτηγμένο
όπου φορεί στην κεφαλή αγκάθινο στεφάνι, εκείνος είναι ο Υιός και ο διδάσκαλός
μου.
Κι η Παναγιά πλησίασε γλυκά τον ομιλάει.
-Δεν μου μιλάς παιδάκι μου,
δεν μου μιλάς παιδί μου.
-Τι να σου πω μανούλα μου
που διάφορο δεν έχεις, μόνο το Μέγα Σάββατο κοντά στο μεσονύχτι, που θα λαλήσει
ο πετεινός σημαίνουν οι καμπάνες σημαίνει η γη σημαίνει ο ουρανός σημαίνουν τα
επουράνια σημαίνει κι αγιά – Σοφιά με τρεις χρυσές καμπάνες, ΤΟΤΕ μάνα μ΄ να
χαίρεσαι να χαίρει ο κόσμος όλος. Όποιος το λέει σώζεται κι όποιος τ΄ ακούει αγιάζει κι όποιος το καλοφίκρανε
παράδεισο θα λάβει, παράδεισο και λίβανο από τον άγιο τάφο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου